Architectural Fluency

Your Slogan Place Here

1
Featured

Τι του λείπει του κασσιδιάρη, φούντα με μαργαριτάρι

PDFΕκτύπωσηE-mail


Ξέρετε γιατί λέμε "Τι του λείπει του κασσιδιάρη, φούντα με μαργαριτάρι";


Στις 7 Ιουνίου 2012 έκανε τον κύκλο του κόσμου το επεισόδιο του βουλευτή της Χρυσής Αυγής Ηλία Κασιδιάρη με την βουλευτή του ΚΚΕ Λιάνα Κανέλλη και του ΣΥΡΙΖΑ Ρούλα Δούρου.

Βέβαια, δεν μπορώ παρά να επισημάνω ότι η συμπεριφορά όλων στο τραπέζι των συζητήσεων ήταν απαράδεκτη, καθώς οι λεκτικές ύβρεις «έδωσαν και πήραν» στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων που είχε «στήσει» διακεκριμένος και γνωστός σε όλους μας δημοσιογράφος. Πώς να μας πείσουν οι υποψήφιοι πολιτικοί ότι δύνανται να κυβερνήσουν αυτή τη χώρα, να της προσφέρουν τις υπηρεσίες τους και να την ανασύρουν από τον πολιτικό και οικονομικό βούρκο στον οποίο έχει περιπέσει;

Διακονώντας τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση διαλαλούμε στα παιδιά, με τη βοήθεια των σχολικών εγχειριδίων, τη δύναμη του λόγου και την αξία του διαλόγου, μα τελικά τους παρέχουμε την αθλιότητα του ύβρεως λόγου. Κάνουμε λόγο για προϋποθέσεις της γνήσιας και εποικοδομητικής συζήτησης, της διαλεκτικής, αλλά τελικά τη συναντάμε μονάχα σε υποτιθέμενες και φανταστικές συνομιλίες. Αντί να υποστηρίξουν τις δικές τους θέσεις και τοποθετήσεις, ξοδεύουν όλη τους την ενέργεια για την εξολόθρευση του αντιπάλου. Γιατί μόνο ως αντίπαλο βλέπουν το στέλεχος άλλου κόμματος. Και αν οι λεκτικές επιθέσεις αποτελούν απαράδεκτη συμπεριφορά, τότε πώς θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε την άνανδρη επίθεση που είχε στόχο τη σωματική κακοποίηση και φθορά του συνομιλητή; Ομολογώ πως δεν με φοβίζει τόσο το επεισόδιο αυτό καθεαυτό, αλλά το γεγονός ότι πολλοί «σχολιαστές» επιδοκίμασαν τέτοιες ενέργειες. Άνθρωποι μορφωμένοι, με σπουδές ανώτατης φοίτησης δεν μπόρεσαν να νικήσουν τα πάθη τους, και να μην επιβάλλουν το «δίκαιό» τους με τη δύναμη της βίας.

Δεν θέλω να αναφερθώ περισσότερο στο επεισόδιο αυτό. Λυπάμαι μονάχα για εκείνους που, έστω και για αστείο, επιδοκιμάζουν τέτοιες ενέργειες. Σ’ αυτά τα θέματα δε χωράνε αστεία. Εδώ πρέπει να δείξουμε σοβαρότητα και μάλιστα αυστηρή. Τουλάχιστον ας φανούμε εμείς πιστοί στις υποσχέσεις μας, να συνεχίσουμε το δρόμο της γνώσης, να μάθουμε γιατί το λέμε έτσι. Και αυτή τη φορά θα ασχοληθούμε με την «επίκαιρη» έννοια του κασσιδιάρη.

Ακούμε να λένε: «στου κασσίδη το κεφάλι έμαθα να μπαρμπερεύω» ή «μαθαίνει στου κασσίδη του κεφάλι» για κάθε αρχάριο επαγγελματία. Ο μαθητευόμενος κουρέας μπορεί να πειραματιστεί στου κασσίδη το κεφάλι, αφού όπως και να τον κουρέψει δε θα χειροτερέψει η εμφάνισή του. Τα μαλλιά του πέφτουν μόνα τους λίγα λίγα, τούφες τούφες. Επίσης λέμε «Τι του λείπει του κασσιδιάρη, φούντα με μαργαριτάρι» - άλλοι στη θέση της λέξης «φούντα» λένε «σκούφια»- μια παραλλαγή της ρήσης «όλα τα ‘χει η Μαριορή, ο φερετζές της λείπει».

Αλλά τι είναι κασσίδα; Στο ετυμολογικό λεξικό του Μπαμπινιώτη διαβάζουμε ότι πρόκειται για πάθηση του τριχωτού μέρους της κεφαλής, για αλωπεκίαση. Πρόκειται για τη μεσαιωνική λέξη κασσίς, -ίδος = κράνος, περικεφαλαία, υποκοριστικό από τη λατινική λέξη cassis = κράνος, κάσκα. Πρόκειται για το κράνος που φορούσαν οι αρχαίοι. Ωστόσο, και το λατινικό «κάσσις-κασσίς» θυμίζει την «καυσία», το χαρακτηριστικό, ελαφρύ και πλατύγυρο καπέλο, που φορούσαν οι Μακεδόνες για να προστατεύονται από τις καυστικές ακτίνες του ήλιου. Μία άλλη εκδοχή λέει ότι η κάσσις - κασσίδα των Βυζαντινών μετεξελίχθηκε σε αλυσιδωτό κράνος.

Η κασσίδα δημιούργησε την λέξη κασσιδιάρης, η οποία δηλώνει αυτόν  που φοράει την κασσίδα. Κασσίδα είναι όμως και πάθηση του τριχωτού της κεφαλής. Τα μαλλιά παίρνουν μια φολιδωτή εμφάνιση σαν του αλυσιδωτού κράνους και μετά πέφτουν, με αποτέλεσμα ο κασσιδιάρης να μένει χωρίς μαλλιά. Πρόκειται για την ασθένεια που φέρει την επιστημονική ονομασία "άχωρ".

Η "Άχωρ" του τριχωτού της κεφαλής είναι μια πολύ μεταδοτική νόσος που οφείλεται στο τριχόφυτο schoenleini. Σήμερα είναι σπάνια και παρατηρείται μόνο σε περιοχές όπου δεν τηρούνται στοιχειώδεις κανόνες υγιεινής. Μεταδίδεται άμεσα ή έμμεσα, κυρίως με κοινή χρήση κτενών. Προσβάλλει συχνότερα τα παιδιά αλλά και τους εφήβους ή ενήλικους και δεν υπάρχει τάση αυτόματης ίασης αν μείνει χωρίς θεραπεία. Κλινικώς εμφανίζονται αρχικά μικρές ερυθρές κηλίδες, επί των οποίων μετά 2-3 εβδομάδες δημιουργούνται οι χαρακτηριστικές βλάβες, τα σκυφία. Είναι κυπελλοειδείς εμβαθύνσεις της επιδερμίδας, στρογγυλές, διαμέτρου 1-2 χιλ., έχουν χρώμα κιτρινόφαιο και χαρακτηριστικά δυσάρεστη οσμή.

Σύμφωνα με το Μωσαϊκό νόμο, εάν για κάποιον υπήρχε υποψία ότι μπορεί να είχε την ασθένεια, τον απομόνωναν για επτά ημέρες, και την εβδόμη εξέταζαν εάν ήταν «καθαρός» ή «ακάθαρτος». Ο ασθενής που έχει κασσίδα καθίσταται δύσμορφος και κομπλεξικός.

Στην Κρήτη και τα Επτάνησα, η λέξη σώζεται ακόμα με την αρχική της ονομασία, ενώ στην υπόλοιπη Ελλάδα μετέπεσε στη σημασία της αλωπεκιάσεως της κεφαλής, (της φαλάκρας δηλαδή), όπου κασίδα σημαίνει φαλάκρα και κασιδιάρης φαλακρός.

Και σήμερα οι Κρήτες θυμίζουν πως κάσα σημαίνει λέρα, απλυσιά, πιθανόν επειδή αποδίδουν στην απλυσιά το πρόβλημα της δερματοπάθειας του τριχωτού μέρους της κεφαλής.

Επομένως, όταν η λέξη λέγεται για ζώο, λ.χ. κασιδιάρικο γατί, δηλώνει ότι αυτό έχει χάσει το τρίχωμά του. Όταν λέγεται για πρόσωπα μεταφορικά δηλώνει τον ψωροπερήφανο.

Ευαγγελία Ράπτου - Στεργιούλα. Καθηγήτρια Ελληνικής Φιλολογίας & Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αιγαίου.

email: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από κακόβουλη χρήση. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε την Javascript για να τη δείτε.